Τον διττό στόχο του εκσυγχρονισμού του τρόπου μίσθωσης γεωθερμικών πεδίων εθνικού ενδιαφέροντος στη χώρα μας, τα οποία θα διεκδικήσουν επενδυτές με πραγματικό ενδιαφέρον να τα αξιοποιήσουν τηρώντας τα αυστηρότερα πρότυπα ασφάλειας, εξυπηρετούν οι δύο υπουργικές αποφάσεις για τη γεωθερμία, που έχουν τεθεί σε δημόσια διαβούλευση από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Η πρώτη υπουργική απόφαση αφορά τη διαδικασία μίσθωσης των γεωθερμικών πεδίων εθνικού ενδιαφέροντος (υψηλών θερμοκρασιών), δηλαδή των πεδίων με γεωθερμικό ρευστό θερμοκρασίας πάνω από 90 βαθμούς Κελσίου. Σε τυχόν μισθώσεις που θα υπάρξουν στο μέλλον, οι παραχωρησιούχοι θα είναι υποχρεωμένοι να τις αξιοποιήσουν επιστρατεύοντας τις πλέον σύγχρονες τεχνολογίες και βέλτιστες πρακτικές, με βάση τον νέο Κανονισμό Γεωθερμικών Εργασιών, που περιγράφει η δεύτερη υπουργική απόφαση.
«Η γεωθερμία είναι η πιο παραμελημένη Ανανεώσιμη Πηγή Ενέργειας στην Ελλάδα, παρά το πλούσιο δυναμικό της. Η ανάπτυξη και αξιοποίηση του γεωθερμικού δυναμικού μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις σε διάφορους παραγωγικούς τομείς με σημαντική συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη και την ενίσχυση της απασχόλησης στην Περιφέρεια. Ελπίζουμε ότι τα κείμενα που θέτουμε σήμερα σε δημόσια διαβούλευση θα αποτελέσουν τα θεμέλια για την επανεκκίνηση στην εκμετάλλευση της γεωθερμίας, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό τον μετασχηματισμό του ενεργειακού της μείγματος αλλά και την ενεργειακή της αυτονομία», είχε υπογραμμίσει χαρακτηριστικά η Γενική Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών, Αλεξάνδρα Σδούκου, με την ευκαιρία έναρξης της διαβούλευσης.
Αειφόρος αξιοποίηση του γεωθερμικού δυναμικού
Ο νέος Κανονισμός Γεωθερμικών Εργασιών αφορά και τα πεδία τοπικού ενδιαφέροντος (χαμηλών θερμοκρασιών), στα οποία δηλαδή το γεωθερμικό ρευστό έχει θερμοκρασία ανάμεσα στους 90 και τους 30 βαθμούς Κελσίου. Στα πεδία αυτά αναπτύσσονται ήδη εφαρμογές του πρωτογενούς τομέα, καθώς και πρόσφατα τηλεθέρμανση στην Αλεξανδρούπολη. Έτσι, με τη σχετική υπουργική απόφαση καθορίζεται ένα συνολικό πλαίσιο αξιοποίησης της γεωθερμίας στη χώρα μας, με τρόπο «φιλικό» στο περιβάλλον.
Μάλιστα, η προστασία του περιβάλλοντος δεν αφορά μόνο την ασφάλεια, για την οποία ενσωματώνονται μία σειρά από πρόνοιες (όπως π.χ. με την επανεισαγωγή του ρευστού) που εγγυώνται ότι δεν πρόκειται να υπάρξει καμία αρνητική επίπτωση στα τοπικά οικοσυστήματα, αλλά και την ίδια τη διαχείριση του πεδίου. Κι αυτό γιατί θέτει μετρήσιμους όρους παρακολούθησης σειράς παραμέτρων παραγωγής, ώστε να λαμβάνονται μέτρα υπέρ της αειφορίας στην αξιοποίηση του γεωθερμικού δυναμικού, αποτρέποντας για παράδειγμα την εξάντλησή του με την υπεράντληση ρευστού.
Η μόνη μη στοχαστική ΑΠΕ
Στην περίπτωση των πεδίων εθνικού ενδιαφέροντος, πρόνοιες όπως οι παραπάνω αφορούν μία σειρά σημαντικών εφαρμογών χρήσης του ρευστού υψηλών θερμοκρασιών, όπως για παράδειγμα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Μάλιστα, σε σχέση με τις υπόλοιπες μορφές ΑΠΕ, η γεωθερμία έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα ότι δεν είναι στοχαστική, δηλαδή δεν εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες, με συνέπεια να είναι προβλέψιμη.
Αυτό σημαίνει ότι οι γεωθερμικές μονάδες είναι οι μόνοι σταθμοί ΑΠΕ που μπορούν να λειτουργήσουν ως σταθμοί βάσης στο σύστημα, συμβάλλοντας σημαντικά στην απανθρακοποίησή του. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι στη χώρα μας υπάρχει πλούσιο δυναμικό υψηλών θερμοκρασιών, έως σήμερα παραμένει εντελώς αναξιοποίητο.
Την αρνητική αυτή παρακαταθήκη φιλοδοξεί να ανατρέψει το ΥΠΕΝ με την πρώτη υπουργική απόφαση, δημιουργώντας μία σύγχρονη και διαφανή διαδικασία μίσθωσης, ώστε να ανοίξει τον δρόμο για την αξιοποίηση του δυναμικού σε πεδία εθνικού ενδιαφέροντος, στα οποία το ρευστό εκτός από την ηλεκτροπαραγωγή, μπορεί επίσης να αξιοποιηθεί και για άλλες χρήσεις, όπως π.χ. τηλεθερμάνσεις.
Ο ρόλος του «ελάχιστου εγγυημένου προγράμματος ερευνών»
Σε σχέση με το προηγούμενο πλαίσιο μίσθωσης, μία βασική διαφορά είναι ότι θεσπίζεται μία σημαντική δικλείδα ασφαλείας ώστε οι υποψήφιοι επενδυτές που θα διεκδικήσουν ένα πεδίο προς παραχώρηση, να έχουν πραγματικό ενδιαφέρον. Η δικλείδα αυτή αφορά τον καινούριο όρο υποβολής ενός «ελάχιστου εγγυημένου προγράμματος ερευνών», το οποίο δεσμεύει τον υποψήφιο με την υποβολή εγγυητικών επιστολών ύψους όσο ο προϋπολογισμός του προγράμματος που προτείνει ο υποψήφιος ως το μίνιμουμ επιστημονικά αποδεκτό για την ορθή διερεύνηση του πεδίου, περιλαμβανομένων και γεωτρήσεων. Με τον τρόπο αυτό αποκλείονται πλειοδοσίες χωρίς δεσμεύσεις.
Οι εγγυητικές αυτές θα απομειώνονται σταδιακά, όσο ο παραχωρησιούχος θα προχωρά στις επενδύσεις υλοποίησης του ελάχιστου προγράμματος. Αντίθετα, αν για οποιονδήποτε λόγο δεν εκτελέσει αυτές τις μίνιμουμ εργασίες έρευνας και εκμετάλλευσης, τότε οι εγγυητικές θα καταπίπτουν υπέρ του Δημοσίου.
Διαπραγμάτευση με τους υποψήφιους επενδυτές
Όσον αφορά την ανάδειξη παραχωρησιούχων, η διαδικασία «δανείζεται» αρκετά στοιχεία από το, ομολογουμένως πετυχημένο, πλαίσιο που έχει εφαρμοσθεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, για την εκχώρηση δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων.
Σε αυτό το πλαίσιο, με τη δημοσίευση της πρόσκλησης για τη μίσθωση ενός πεδίου εθνικού ενδιαφέροντος, οι υποψήφιοι επενδυτές θα μπορούν να αγοράσουν το σχετικό ενημερωτικό τεύχος που θα εκδίδει η ΕΑΓΜΕ, με στοιχεία για το γεωλογικό και το γεωθερμικό προφίλ του πεδίου.
Έτσι, για όσους υποβάλλουν προσφορά, η αρμόδια Επιτροπή θα ελέγχει την οικονομική τους δυνατότητα να αντεπεξέλθουν στην ανάπτυξη του πεδίου, καθώς και την τεχνική τους εμπειρία – ελέγχοντας αν έχουν αναπτύξει ανάλογες εφαρμογές κατά το παρελθόν.
Θα ακολουθεί η αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών, στις οποίες οι επενδυτές θα περιλαμβάνουν και το «ελάχιστο εγγυημένο πρόγραμμα ερευνών», ώστε να ανοίξουν στη συνέχεια οι οικονομικές προσφορές. Στη συνέχεια, θα ακολουθεί διαπραγμάτευση με τους επενδυτές, για βελτίωση των όρων των προτάσεών τους.
Με το πέρας της παραπάνω διαδικασίας, η Επιτροπή θα συντάσσει εισήγηση προς τον υπουργό ΠΕΝ, για τον προτιμητέο ανάδοχο. Όπως και στην περίπτωση των «οικοπέδων» έρευνας υδρογονανθράκων, ο υπουργός θα έχει τον τελικό λόγο για τον καθορισμό του παραχωρησιούχου.